Την έρευνα /μελέτη είχαμε αναρτήσει πριν από κάποιο διάστημα,
ήταν αντικείμενο εργασίας της κας. Νίκη Κανακαράκη, Ψυχολόγος, Μεταπτυχιακή φοιτήτρια Διοίκησης Μονάδων Υγείας, ΕΑΠ
Το κείμενο με το οποίο είχε συνοδευτεί ήταν το εξής:
"Κοινωνική Δικτύωση και Ποιότητα Ζωής ατόμων σε διαδικασία Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής
Είμαι μεταπτυχιακή φοιτήτρια του ΠΜΣ Διοίκηση Μονάδων Υγείας του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου. Στα πλαίσια της έρευνας που αφορά την διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στην κοινωνική δικτύωση και την ποιότητα ζωής των ατόμων που βρίσκονται σε διαδικασία Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, παρακαλείστε να συμπληρώσετε τα ερωτηματολόγια που ακολουθούν."
(http://parents.org.gr/news/a331)
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΗΝ ΥΠΟΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ: Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ
Σκοπός της μελέτης ήταν η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ των δύο διαστάσεων της κοινωνικής δικτύωσης (το μέγεθος του κοινωνικού δικτύου και τις διαφορετικές μορφές των ρόλων που μπορεί να διατηρεί ένα άτομο) και της ικανοποίησης από την παρεχόμενη κοινωνική υποστήριξη με την ποιότητα ζωής των ατόμων που υποβάλλονται σε οποιαδήποτε μέθοδο Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής. Επίσης, έγινε διερεύνηση των συσχετίσεων της ποιότητας ζωής με την ψυχική υγεία.
Στην έρευνα συμμετείχαν 140 άτομα. Ενημερώθηκαν τόσο για το σκοπό της έρευνας όσο και για τη διατήρηση της ανωνυμίας και της εχεμύθειας από το εισαγωγικό σημείωμα που βρισκόταν στην αρχική σελίδα της ηλεκτρονικής φόρμας. Η συμπλήρωση των κλιμάκων δηλώνει την οικειοθελή συμμετοχή στην έρευνα, η οποία έγινε στις συνθήκες του προσωπικού χώρου των συμμετεχόντων.
Από τα 140 άτομα που συμμετείχαν μόλις 2 ήταν άνδρες. Η ηλικία του συνόλου των συμμετεχόντων κυμαινόταν από 19 έως 49 έτη και μέσο όρο τα 37 έτη. Το 87,1% ήταν έγγαμοι και το υπόλοιπο 12,9% ήταν άγαμοι σε σχέση, χωρίς σχέση ή σε άλλη κατάσταση (π.χ. διαζευγμένοι. Από τα άτομα που βρίσκονταν σε σχέση γάμου ή συμβίωσης η διάρκεια με το μεγαλύτερο ποσοστό (39,3%) ήταν τα 6-10 χρόνια και ακολουθούσαν οι σχέσεις με διάρκεια έως τα πέντε χρόνια (27,1%), από 11 έως 15 χρόνια (18,6%) και μεγαλύτερη των 15 χρόνων (11,4%).
Ως προς τον τόπο διαμονής, το 55,7% δήλωσε έναν από τους δύο πληθυσμιακά μεγαλύτερους νομούς της χώρας, Αττικής και Θεσσαλονίκης, και το υπόλοιπο 44,3% κάποιον άλλο νομό. Ως προς το εκπαιδευτικό επίπεδο, το 38,6% δήλωσε κάτοχος πτυχίου ΑΕΙ/ΤΕΙ, το 32,1% απόφοιτος Λυκείου, το 22,9% κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου, το 3,6% κάτοχος Διδακτορικού, το 2,1% δημοτική εκπαίδευση και το 0,7% απόφοιτος γυμνασίου. Ακόμη, η πλειοψηφία των ατόμων δήλωσαν εργαζόμενοι (66,4%, σε αντίθεση με το 33,6% ανέργων). Στο σύνολό τους το επικρατέστερο μέσο μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα είναι από 1.001€ έως 2.000€, με ποσοστό 41,4% και ακολουθεί το εισόδημα έως 1.000€ με ποσοστό 36,4%, από 2.001€ έως 3.000€ κατά 15% και μηνιαίο εισόδημα άνω των 3.000€ με 7,1%.
Αναφορικά με το χρονικό διάστημα των προσπαθειών να αποκτήσουν παιδί, το 55% ανέφερε ότι αυτό ήταν 0-4 έτη, το 32,9% από 5 έως 9 έτη, το 10% από 10 έως 14 έτη, και 2,1% από 15 έως 29 έτη. Επιπλέον, για το 73,6% των ερωτηθέντων δεν είναι η πρώτη προσπάθεια ΙΥΑ. Από αυτούς, το 32,9% έχει κάνει έως τρεις προσπάθειες, το 25,7% από 4 έως 6, το 11,4% από 7έως 9 προσπάθειες και 3,6% από 10 έως 12 προσπάθειες.
Επίσης, μόλις το 25,7% είναι γονείς, εκ των οποίων κατά 22,9% έχουν ένα παιδί και κατά 2,9% δύο παιδιά. Για το 56,4% έχει υπάρξει εγκυμοσύνη, με ή χωρίς ΙΥΑ, η οποία κατά 80% δεν κατέληξε επιτυχώς. Τέλος, το 54,3% δεν είχε επιτύχει εγκυμοσύνη μετά από θεραπεία ΙΥΑ σε αντίθεση με το 45,7% των συμμετεχόντων που είχε στο ιστορικό του κλινικά αποδεδειγμένη εγκυμοσύνη μετά από θεραπεία ΙΥΑ. Ωστόσο, μόνο το 19,3% αυτών κατόρθωσε να αποκτήσει παιδί.
Τα αποτελέσματα έχουν ως εξής:
Στην παρούσα έρευνα βρέθηκε να υπάρχει ασθενής αλλά στατιστικώς σημαντική θετική συσχέτιση μεταξύ του μεγέθους του κοινωνικού δικτύου (social network size-SNS) και της ποιότητας ζωής, και συγκεκριμένα με τις διαστάσεις της ψυχολογικής υγείας (QoL2), των κοινωνικών σχέσεων (QoL3) και του περιβάλλοντος (QoL4). Αυτό σημαίνει ότι όσο περισσότερα άτομα απαρτίζουν το κοινωνικό δίκτυο τόσο καλύτερη είναι η ποιότητα ζωής του ατόμου και αντίθετα, η ενδεχόμενη μείωση του αριθμού των κοινωνικών σχέσεων σχετίζεται με μείωση του επιπέδου ποιότητας ζωής.
Επιπρόσθετα, το μέγεθος του δικτύου που παρέχει κοινωνική υποστήριξη (SSQ1) σχετίζεται ασθενώς αλλά σημαντικά θετικά με την ποιότητα ζωής και συγκεκριμένα με τη διάσταση των κοινωνικών σχέσεων (QoL3). Αυτό σημαίνει ότι η αύξηση του αριθμού των υποστηρικτικών ατόμων σχετίζεται με αύξηση του επιπέδου της ποιότητας ζωής και, αντίθετα, η μείωση του αριθμού των υποστηρικτικών ατόμων σχετίζεται με μειωμένη ποιότητα ζωής.
Η ικανοποίηση από την παρεχόμενη κοινωνική υποστήριξη (SSQ2) σχετίζεται ασθενώς αλλά στατιστικώς σημαντικά θετικά με την ποιότητα ζωής και συγκεκριμένα με την διάσταση των κοινωνικών σχέσεων (QoL3), δηλαδή όσο περισσότερο ικανοποιημένο είναι το άτομο από την κοινωνική υποστήριξη που του παρέχεται, τόσο καλύτερο είναι το επίπεδο της ποιότητας ζωής και, αντίθετα, όσο αυξάνεται η δυσαρέσκειά του από την κοινωνική υποστήριξη που δέχεται, τόσο μειώνεται το επίπεδο της ποιότητας ζωής του.
Δε βρέθηκε να υπάρχει καμία συσχέτιση, θετική ή αρνητική, ανάμεσα στην ποιότητα ζωής και την πολυμορφία των κοινωνικών ρόλων του ατόμου (SNR). Επομένως, δε φαίνεται να έχει σχέση το επίπεδο της ποιότητας ζωής του υπογόνιμου ατόμου με το πόσους διαφορετικούς ρόλους έχει ως κοινωνικό ον.
Δε βρέθηκαν καθόλου στατιστικώς σημαντικές συσχετίσεις ανάμεσα στην ποιότητα ζωής των υπογόνιμων ασθενών και τους δείκτες ψυχικής υγείας. Αυτό σημαίνει ότι η γενική υγεία, η ψυχολογική ευεξία και η μοναξιά, όπως τις αντιλαμβάνονται και τις αισθάνονται οι υπογόνιμοι ασθενείς, δε σχετίζονται με την ποιότητα ζωής.
το κείμενο μας εστάλει από την ίδια την κα.Κανακαράκη.